Απόσπασμα (7 ) ... Το Πουθενά μου

Έπινα τον καφέ μου μαζί της, μοιραζόμουν τους αναστεναγμούς μου γιατί γνώριζα, με καταλάβαινε, με αγαπούσε. Μα ..

Άλκης:
...μα ήταν αερικό, πάντα απέναντί μου, πάντα πλάι μου και η ευωδιά της ήσαν τόσο έντονη που δεν μπορούσα να δοθώ σε τίποτε άλλο εκτός από κείνη.

Και θύμωνα, και αντιστεκόμουν με την τρέλα του νου γιατί δεν υπήρχε, ήταν ένα αερικό που μόνο στα όνειρα μου θα είχα.
 Είπα να αφεθώ, να παρασυρθώ από εκείνο που το αναφωνούν Συμβιβασμό και νόμισα πως το κατάφερα, μα … μα δεν κατάφερα τίποτα άλλο εκτός από τον μέσα μου θάνατο. Αργά, βασανιστικά, μεθοδικά πέθαινα. Αναθεμάτισα την σιγουριά μου, την σκόρπια μου ψυχή, την άχρηστη καρδιά μου γιατί ο έρωτα δεν χαρίζεται στους φονιάδες κι εγώ τον σκότωσα , τον πέταξα σαν σκόνη στον αέρα και είχα το θράσος να προσδοκώ πως ο άνεμος της αγάπης της θα με κύκλωνε και πάλι με την ζεστασιά του αλλά … αλλά πλάνες προσδοκίες στο στόχαστρο του αδύνατου και άλλες τόσες ουτοπίες του παρανοϊκού νου.
 Έπαιξα όλους τους ρόλους. Του απελπισμένου.
Της μιλούσα, της ψιθύριζα την απόγνωσή μου, με δάκρυα στα μάτια της επιβεβαίωνα τα εύθραυστα όρια μου. Αποζητούσα την προσοχή της, όλη την προσοχή της κι εκείνη πέθαινε μαζί μου, δάκρυζε με την σκοτεινιά της καρδιά μου, καταλάβαινε την απουσία της λογικής και καλούσε τους θεούς της γαλήνης για με. Σιωπούσε και αφουγκραζόταν, θεωρούσε πως έτσι, με ετούτον τον τρόπο θα ξαλάφρωνε το βάρος που με συνέθλιβε αλλά… αλλά μου παραχωρούσε μόνο ένα της κομμάτι κι εγώ εξαγριωνόμουν.
 Την κατηγόρησα, την ταπείνωσα, την έσπρωξα στο χείλος του γκρεμού μα … μα εκείνη έβγαζε φτερά Αγγέλων και αιωρούταν πάνω από το χάος και δυνάμωνε μέσα από την ευθραυστότητα της και μεγάλωνε, και δομούταν πλάσμα θεϊκό, και έλαμπε μες στο σκοτάδι μου, και με τύφλωνε, και με καθιστούσε ανάπηρο.
 Την γνώρισα στο Πουθενά, και σαν άριστος κυνηγός γύρεψα την σάρκα της με κάθε μέσο. Την πλάνεψα, εισχώρησα στο νου της, στα μονοπάτια που φοβόντουσαν να διαβούν οι άλλοι, και  θάρρος πήρα από το θάρρος της και ύψωσα το ανάστημα μου στην άδικη μέχρι τότε Μοίρα μου διεκδικώντας το όνειρο μαζί της.

Ποίηση: Κωνσταντίνα Σανδάλη